Κολοφωνίων

Κολοφωνίων
Κολοφώνιος
of
fem gen pl
Κολοφώνιος
of
masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κολοφωνίων — κολοφωνέω put the crown on pres part act masc nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφών — Αρχαία ιωνική πόλη της Λυδίας της Μικράς Ασίας, μεταξύ Σμύρνης και Εφέσου. Ιδρύθηκε από Ίωνες κατά τον 11ο αι. π.Χ. Κάτοικοί της μετοίκησαν στη Σμύρνη συντελώντας έτσι στον εξιωνισμό της πόλης. Η πόλη άκμασε ιδιαίτερα στη διάρκεια του 8ου και του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”